9.8.07

Η απέναντι πολυκατοικία














Έχω κι εγώ τις εμμονές μου. Εννιά χρόνια τώρα ζω στο κέντρο της πόλης κι αρνούμαι πεισματικά ν’ αλλάξω γειτονιά παρά τις αναποδιές που έτυχε να προκύψουν. Είναι η ασφάλεια που παρέχει η συνεύρεση με πρόσωπα γνώριμα, η καλημέρα που θα πεις χωρίς να πέσει κάτω, η χαρά όταν σε πετυχαίνουν στη στάση και θέλουν να μοιραστούν τα νέα τους, να μάθουν τα δικά σου… Όχι όλοι. Εκείνοι που τυχαίνει να εκπέμπετε στο ίδιο μήκος κύματος. Κι αυτό έχει μια άλλη διάσταση από την κακοπροαίρετη περιέργεια της επαρχίας ή από την τυπική καλημέρα στη δουλειά.
Κοιτώντας την απέναντι πολυκατοικία, βλέπω πάνω της και κομμάτια δικά μου. Είναι η πολυκατοικία που έμενα κι εγώ σ’ αυτήν πριν έρθω εδώ επειδή ο ιδιοκτήτης αποφάσισε να πουλήσει το διαμέρισμα. Ο κύριος Ν. έχει γεράσει και το πρόβλημα με την όραση του χειροτερεύει. Κάθε φορά που του λέω “καλημέρα”, στέκεται ένα-δυο δευτερόλεπτα να μ’ αναγνωρίσει προτού απαντήσει. Δεν ξέρω αν θυμάται πώς γνωριστήκαμε. Ο σκύλος του αποπειράθηκε να με δαγκώσει την πρώτη μέρα που έφτασα στο νέο μου σπίτι. Τώρα πως και γιατί πίστευε πως ο ρόλος του θυρωρού απαιτεί και σκύλο ο οποίος κυκλοφορεί ελεύθερος στους διαδρόμους της πολυκατοικίας δεν γνωρίζω. Το γεγονός είναι πως από εκείνη τη μέρα, ο σκύλος δεν κυκλοφορούσε όποτε και όπου ήθελε στο μικρό απέναντι χωριό. Η Μ. από τον τέταρτο, δεν μπορεί ν’ αρκεστεί σε μια καλημέρα. Οι αγκαλιές και τα φιλιά θα τη συνοδέψουν κάθε φορά που θα διασταυρωθούν οι δρόμοι μας. Η κυρία Λ. που εξακολουθεί να μένει στο υπόγειο και να καθαρίζει την πολυκατοικία κάθε Κυριακή, φοράει πάντα μια θλίψη στο πρόσωπό της τα δυο τελευταία χρόνια- από τότε που έχασε τον άντρα της κι αντικατέστησε τα πολύχρωμα φορέματα με τα μονότονα μαύρα της χηρείας.
Το ζευγάρι του τρίτου το γνωρίζω περισσότερο από τότε που ήρθα στην απέναντι πολυκατοικία. Δεν τους είχα συναντήσει ποτέ. Πίνουν τον απογευματινό τους καφέ στο μπαλκόνι, καθώς ο νεαρός ετοιμάζεται ν φύγει, ενώ η κοπέλα του έχει πριν λίγο επιστρέψει. Μοιάζει κι οι ίδιοι να δυσκολεύονται να βρουν κοινούς χρόνους και μου θυμίζουν δικούς μου χρόνους άλλους…
Η γιαγιά του ισογείου που της κατέβαζα τα σκουπίδια και ποτέ δεν χρειάστηκε να τη ρωτήσω τ’ όνομά της -το γιαγιά μου άρεσε κι απ’ ότι φαίνεται και στην ίδια- δεν ζει πια. Ένα πρωινό του καλοκαιριού του 2006, έπινα τον καφέ μου στο μπαλκόνι, όταν ήρθε το περιπολικό και κόσμος πολύς μαζεύτηκε στο διαμέρισμα του απέναντι ισογείου. Η κοπέλα που την φρόντιζε την είχε βρει νεκρή εκείνο το πρωί. Δεν είμαι σίγουρη γιατί, αλλά ο θάνατος της μ’ επηρέασε στον ίδιο, ίσως και μεγαλύτερο, βαθμό από τον χαμό δικών μου αγαπημένων προσώπων. Ίσως η αίσθηση της μοναξιάς, της εγκατάλειψης, το γεγονός ότι έφυγε αβοήθητη και τόσο μόνη…
Τώρα το διαμέρισμα έχει πια πουληθεί και στεγάζει τα γραφεία δυο δικηγόρων. Όπως άλλωστε και το διπλανό του. Εκείνο που άλλοτε είχα μείνει κι εγώ και πλέον στεγάζει το νεοαφιχθέν ζευγάρι…

Σημείο έναρξης το σχόλιο από τον Πλάγιο Ήχο:
“Στο απέναντι μονάχα μπαλκόνι, καθισμένος εκείνος ο γείτονας που ολόκληρο τον χρόνο δεν βρήκαμε χρόνο για μια καλημέρα και τώρα, Αύγουστος μήνας, καθόμαστε πάλι και συζητάμε.Από μπαλκόνι σε μπαλκόνι..Παραλειπόμενα ενός ακόμα χρόνου…”
εδώ.

8 σχόλια:

Ήχος Πλάγιος. Μόνος... είπε...

Αδιαμφισβήτητο είναι το γεγονός πως ζούμε ως άγνωστοι μεταξύ αγνώστων.
Συνήθως γνωρίζουμε έναν, δύο βία τρεις το πολύ ανθρώπους στις πολυκατοικίες όπου ζούμε.
Ονόματα ίσως και να γνωρίζουμε, συναντηθήκαμε στον ανελκυστήρα και συστηθήκαμε.
Με τις ψυχές τους όμως τι γίνεται;
Εκείνη την λέξη που τόσο δύσκολα λέμε, βοήθησε με, πως θα την πούμε αν τίποτε δε γνωρίζουμε και τίποτε δε γνωρίζουν για εμάς;

Κι έρχεται το πρόσωπο εκείνο το άγνωστο, η γιαγιά, που ταυτίζουμε με την δική μας γιαγιά που πιθανόν χάσαμε μικρά ακόμη παιδιά, και την νιώθουμε οικεία τόσο που μήτε το όνομά της μάθαμε ποτέ.
Πόσες και πόσες φορές η ίδια ιστορία επαναλαμβάνεται και τίποτε δεν αλλάζει.

Κλείνουμε τις περισσότερες φορές, από άμυνα για κάτι άγνωστο μας ακόμα, μάτια και αυτιά σε εικόνες και φωνές που προσκαλούν ή προκαλούν να τις προσέξεις.
Κάποτε κι εμείς στην θέση τους…

xiozil είπε...

Τι ψάχνεις; Εδώ στο ίδιο σπίτι μπορεί να μένεις χρόνια με τον άλλο και ν’ ανακαλύπτεις ότι δεν γνωριζόσαστε.
Τώρα για το πόσους… Δεν στέκομαι στους αριθμούς. Ξέρω και άτομα κοινωνικά που οι γνωριμίες τους στέκονται στην επιφάνεια υποστηρίζοντας μια συγκεκριμένη εικόνα. Το σημαντικό για μένα είναι να έχεις δύο με τρεις πραγματικούς φίλους κι ας μην είναι στην ίδια πολυκατοικία.

Κλείνουμε, λες, από άμυνα. Ναι, όχι όμως απαραίτητα στο άγνωστο. Σε πράγματα που μας πόνεσαν ή μας θυμίζουν τον πόνο και δεν θέλουμε να τα ξαναδούμε να μας συμβαίνουν, κάνοντας συχνά αυθαίρετες και χοντρές γενικεύσεις. Κλείνουμε κάθε φορά που βλέπουμε τα χρώματα των ονείρων να ξεφλουδίζουν και να πέφτουν στο χώμα, αναγκαίο ίσως για να τα φανταστούμε πάλι ζωντανά και να τα ξαναζωγραφίσουμε.

Κι ίσως αυτό που εσύ λες ψυχή, εγώ το λέω συναίσθημα, άγγιγμα, χρώμα στα όνειρα ή ήχους στη σιωπή, μιλάμε όμως για το ίδιο πράγμα.

Xblog είπε...

Το σκηνικό με την πολυκατοικία με κούραζε 32 χρόνια.

Δεν συνήθισα ποτέ τους καυγάδες του απέναντι, τη βρωμιά της παραδίπλα, τη λυκοφιλία του ανελκυστήρα, τη φασαρία του πρωινού εφοδιασμού των καταστημάτων του ισογείου, τις γενικές συνελεύσεις και τις επιτροπές επίλυσης προβλημάτων.
Και από έξω τους παραγεμισμένους με σκουπίδια κάδους με τα μικρά πεζοδρόμια γεμάτα κόπρανα σκύλων το ανύπαρκτο parking.

Με κούρασε ο νεοέλληνας.

Έφυγα το 2000 και έφτασα το 2007.
Το ταξίδι μακρύ αλλά σε σε ένα μήνα θα έχω μάντρα 2 μέτρα ύψους.

Σταματάω να έχω πρόβλημα
Σταματάω να δημιουργώ πρόβλημα

Αει γειά ...

xblog

xiozil είπε...

Τι να πω... Διενέξεις δεν είχα ποτέ. Ούτε και μ' ενόχλησε κανείς.
Ή είμαι πιο τυχερή ή αρκούμαι σε λιγότερα και απολαμβάνω περισσότερα...

Xblog είπε...

Ο άνθρωπος δεν είναι φτιαγμένος για να ζει στο τσιμέντο γιατί στο τέλος γίνεται ένα και το αυτό.

xblog

xiozil είπε...

Ναι, δεν είναι φτιαγμένος για να ζει στο τσιμέντο ο άνθρωπος, είναι φτιαγμένος για να ζει πίσω από μάντρα ύψους δυο μέτρων!!!

Δεν κατακρίνω καμμιά επιλογή. Για μένα σεβαστό είναι και να θέλεις να ζεις πλάι στη θάλασσα και να θες να μένεις στο βουνό και να θέλεις να είσαι στο κέντρο της πόλης. Μ’ ενοχλεί όταν δεν δέχεται κανείς τις επιλογές του σαν αυτό που είναι και προσπαθεί να τις θεωρητικοποιήσει, να τις μακιγιάρει, να τις βαφτίσει μ’ ονόματα πιασάρικα. Σε λίγο θα μου πεις “επιστροφή στη φύση”, τη βίλα του κυρίου που θα χτιστεί στα καμένα.

Xblog είπε...

Θύμωσες?


Xblog

xiozil είπε...

Νομίζεις πως όταν διαφωνεί κάποιος μαζί σου είναι γιατί είναι θυμωμένος;